
Ερωτικές Ιστορίες Σεξ με Ζωντοχήρα και Παρτούζα
Μια Νέα Αρχή
Η πανεπιστημιακή χρονιά 1983-84 αποτελεί ορόσημο στην ζωή μου, καθόσον σήμανε την αρχή της χειραφέτησής μου. Σημαντικό ρόλο στην σταδιακή ανεξαρτητοποίηση μου από την πατρική μου οικογένεια έπαιξε η μετακόμιση σε δικό μου σπίτι. Φεύγοντας από το πατρικό σπίτι, πέρα από την ελευθερία δράσης που αποκτούσα, αναλάμβανα καθήκοντα και υποχρεώσεις. Έπρεπε να σταθώ στο ύψος των περιστάσεων.
Δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Αντιμετώπισα ποικίλες δυσκολίες και πιέσεις. Τα αντικείμενα που έπρεπε να συνδυάσω ήταν πολλά. Χρειαζόταν να εργαστώ, να υποστηρίζω ένα σπίτι, να βιοπορίζομαι και να ολοκληρώσω το συντομότερο τις σπουδές μου. Και για όλα αυτά, έπρεπε να βασιζόμουν αποκλειστικά στις δικές μου δυνάμεις. Η περίοδος 1983-1987 ήταν η περίοδος που από έφηβος μεταβλήθηκα σε ενήλικο. Μπορεί να είχα, όπως είχε διαγνώσει η κυρία Δωροθέα, κατακτήσει την ωριμότητα. Όμως, για να αντιμετωπίσω τη ζωή, χρειαζόταν να κατακτήσω, σε όσο μεγαλύτερο βαθμό γινόταν, και άλλες αρετές. Χρειαζόταν να γίνω υπεύθυνος, αξιόπιστος και αυτάρκης.
Ο πατέρας μου είχε δίκιο που με ενθάρρυνε να φύγω από το σπίτι. Ζώντας μόνος, μπόρεσα, πέρα από το Πανεπιστήμιο, να φοιτήσω και στο σχολείο της ζωής. Ήξερα ότι οι δικοί μου ήταν έμμεσα δίπλα μου, για να συμβουλεύσουν και να βοηθήσουν, όποτε χρειαζόταν. Αλλά, καταλάβαινα ότι έπρεπε να πορευτώ κυρίως μόνος μου.
Εφάρμοσα την ίδια τακτική και στα παιδιά μου με πολύ καλά αποτελέσματα. Τα παρότρυνα να σπουδάσουν εκτός Αθηνών και τους έδινα αρκετά χρήματα για το σπίτι και το φαγητό. Για τα υπόλοιπα, έπρεπε να δουλέψουν. Η Μαρία γκρίνιαζε και ανησυχούσε, όπως η μάνα μου. Όμως, επέμεινα και δεν το μετανιώνω. Και τα τρία μου παιδιά, έχουν βγει υπεύθυνα και φιλοπρόοδα, η κόρη μου ομολογουμένως κάπως λιγότερο από τα αγόρια. Έχουν όρεξη να εργαστούν και διάγουν με αξιοπρέπεια τη ζωή τους. Συνιστώ στους γονείς επισκέπτες να εξετάσουν την προοπτική να πράξουν αναλόγως.
Το Σπίτι στο Παγκράτι
Το σπίτι που νοίκιασα βρισκόταν στο Παγκράτι, κοντά στον Προφήτη Ηλία. Πριν από εμένα, έμενε ένας συμφοιτητής μου. Θα το ξενοίκιαζε στα τέλη Οκτωβρίου του 1983, για να συμβιώσει αλλού με την κοπέλα του. Το διαμέρισμα ήταν ένα μεγάλο δυάρι, με ευρύχωρα δωμάτια, χωλ και κουζίνα. Η περιοχή ήταν ασφαλής, με πολύ καλή αγορά. Δυστυχώς, το διαμέρισμα ήταν αρκετά παλιό και μάλλον απεριποίητο. Ωστόσο, το ενοίκιο ήταν πολύ φθηνό, με λίγα κοινόχρηστα. Επιπλέον, ο συμφοιτητής μου θα μου άφηνε όλα τα έπιπλα, τα πιάτα, τα μαχαιροπήρουνα και τις ηλεκτρικές συσκευές του. Και αυτά ήταν σε μέτρια κατάσταση, αλλά δεν με ένοιαζε ιδιαίτερα. Το έβλεπα σαν ένα προσωρινό σπίτι, μέχρι να βρω μια σταθερή δουλειά και να νοικιάσω κάτι καλύτερο. Τελικά, το κράτησα σχεδόν έντεκα χρόνια, μέχρι το 1994, που μετακόμισα στο διαμέρισμα της Μαρίας. Ουδέν μονιμότερο του προσωρινού!
Ο πατέρας μου έστειλε ένα από τα συνεργεία, με τα οποία συνεργαζόταν, να σουλουπώσει λίγο το σπίτι. Το συνεργείο ασχολήθηκε μόνο τρεις μέρες, αλλά έκανε το διαμέρισμα κούκλα. Το έβαψε, έτριψε και γυάλισε τα παρκέ, αντικατέστησε κάποια σπασμένα πλακάκια, συντήρησε το μπάνιο. Το σπίτι ήταν αγνώριστο. Ως και ο ηλεκτρικός πίνακας αλλάχθηκε, επειδή ο πατέρας μου θεώρησε τον παλιό αναξιόπιστο. Σαν αντάλλαγμα, ο ιδιοκτήτης μου έκανε πενταετές συμβόλαιο με σταθερό ενοίκιο. Καλή συμφωνία, οι επισκευές δεν κόστισαν ιδιαίτερα στον πατέρα μου αφού, ως πολιτικός μηχανικός, είχε πολλές άκρες. Το διαμέρισμα ήταν πλήρως έτοιμο και μετακόμισα στα μέσα του Νοεμβρίου του 1983.
Τα Πρώτα μου Χρήματα
Από τον Δεκέμβριο του 1983 άρχισα να βγάζω τα πρώτα μου χρήματα. Χρειαζόμουν έσοδα για να υποστηρίζω τη νέα μου ανεξάρτητη ζωή. Έψαχνα μια εργασία συναφή με τα οικονομικά, ιδανικά σε μια μεγάλη εταιρεία ή σε κάποιο γνωστό λογιστικό γραφείο. Δυστυχώς, δεν κατάφερα να βρω μια τέτοια θέση. Έτσι, ξεκίνησα να δουλεύω σε ένα ψιλικατζίδικο τα απογεύματα. Από τον Φεβρουάριο του 1984 ξεκίνησα παράλληλα να εργάζομαι και σε ένα μπαρ Τετάρτες και Σαββατοκύριακα.
Από τις δυο αυτές δουλειές και το χαρτζιλίκι του πατέρα μου, έβγαζα αρκετά ώστε να ζω άνετα. Πλήρωνα το ενοίκιο και τους λογαριασμούς του σπιτιού, κάλυπτα τα ατομικά μου έξοδα και περίσσευε και κάτι κάθε μήνα. Είναι απίστευτο πόσο εύκολα ζούσε ένας μέσος πολίτης την εποχή της δραχμής. Σήμερα με τις δυο αυτές δουλειές του ποδαριού, ούτε το νοίκι δεν θα μπορούσα να πλήρωνα.
Το Ψιλικατζίδικο της Κας Φρόσως
Καμμιά πεντακοσαριά μέτρα από το σπίτι μου, βρισκόταν ένα κλασσικό ψιλικατζίδικο της γειτονιάς. Ανήκε στην κυρία Φρόσω, μια ζωντοχήρα, πολύ καλή γυναίκα, γύρω στα σαρανταπέντε. Η κυρία Φρόσω ήταν εκ φύσεως ευγενική και κοινωνική. Διακατεχόταν από την αγνή κομουνιστική πίστη που χαρακτήριζε τους παλιούς κομουνιστές και διέθετε μια ανιδιοτελώς γενναιόδωρη ψυχή. Προσπαθούσε να μεγαλώσει τρία παιδιά, με τα ψίχουλα που της έδινε ο πρώην της για διατροφή. Είχε κουραστεί να δουλεύει εξ ολοκλήρου το ψιλικατζίδικο και έψαχνε ένα άτομο εμπιστοσύνης να την αντικαθιστά τα απογεύματα. Στη δουλειά με σύστησε ένας φίλος από το ΚΚΕ. Του έδινα κάθε μήνα το 5% από όσα έβγαζα, υποτίθεται για το κόμμα. Μάλλον, όμως, ποτέ δεν έφτασαν τα χρήματά μου στα ταμεία του κόμματος...
Η κυρία Φρόσω με συμπάθησε αμέσως. Την κέρδισα με την ευγένειά και την τιμιότητά μου. Εργαζόμουν πρόθυμα και μεθοδικά. Έδινα πλήρη οικονομική αναφορά ακόμα και για την τελευταία δραχμή. Δεν εκμεταλλευόμουν τα δωρεάν εμπορεύματα των προμηθευτών και ήμουν κέρβερος με τους τζαμπατζήδες και τους κλέφτες. Παράλληλα, κρατούσα τα λογιστικά βιβλία και διεκπεραίωνα τα γραφειοκρατικά. Η κυρία Φρόσω ήταν το ιδανικό “αφεντικό”. Δεν μου το έπαιξε ποτέ ανώτερη και μου μίλαγε με σεβασμό και εκτίμηση. Αργότερα κατάλαβα ότι, πέρα από υπάλληλο, της άρεσα και ως άνδρας. Εννοείται ότι δεν την άφησα παραπονεμένη.
Κράτησα τη δουλειά στο ψιλικατζίδικο μέχρι που πήγα στρατό. Μπορεί ως δουλειά να φαντάζει ταπεινή. Όμως, ήταν ανέμελη, ευχάριστη και πρόσφερε την ιδιότυπη ευχαρίστηση που χαρακτηρίζει τις απλοϊκές δουλειές. Ειλικρινά χαίρομαι που τα πρώτα μου ένσημα τα έγραψα εκεί και όχι σε μια μεγάλη εταιρεία, όπως επιθυμούσα τότε. Τις μεγάλες εταιρείες, με τα καλά και τα στραβά τους, τις χόρτασα αργότερα.
Πορτιέρης στο Κέντρο
Μια Πρόταση Από τον Προπονητή
Στις αρχές του 1984, ο προπονητής πυγμαχίας από τον Πανελλήνιο, με κάλεσε για καφέ μετά την προπόνηση. Στην καφετέρια, με ενημέρωσε ότι ένας φίλος του, που είχε μπαρ στο Κέντρο, έψαχνε για πορτιέρη. Ο προπονητής θεωρούσε ότι θα ήμουν ιδανικός για τη δουλειά, επειδή ήμουν πάντα ευγενικός και ψύχραιμος. Πίστευε ότι το συμπαθητικό παρουσιαστικό και το πηγαίο χαμόγελό μου μπορούσαν να αποτρέψουν τα προβλήματα, προτού καν συμβούν.
Αρχικά δεν ήμουν πολύ θερμός για τη δουλειά. Υπήρχαν φήμες ότι ο προπονητής πρόσφερε προστασία σε μαγαζιά και δεν ήθελα μπλεξίματα με τον υπόκοσμο. Όμως, τα χρήματα ήταν καλά και θα έβγαζα και επιπλέον λεφτά από τα φιλοδωρήματα. Έτσι, δέχτηκα να δοκιμάσω, υπό τον όρο να σταματούσα όποτε ήθελα. Ο προπονητής μου έδωσε το τηλέφωνο του φίλου του, με τον οποίο έκλεισα ένα ραντεβού στο μπαρ να με γνωρίσει.
Ο Κόρακας
Ο εργοδότης μου ήταν ένας μεσήλικας, δυσοίωνος τύπος, μετρίου αναστήματος και βάρους. Μου συστήθηκε ως Μάκης, αλλά αργότερα έμαθα ότι ήταν γνωστός στην πιάτσα ως “Κόρακας”. Δεν μου άρεσε ως φυσιογνωμία, αλλά είχε τη γοητεία του μυστηρίου, που χαρακτηρίζει τους ανθρώπους της νύχτας. Μου είπε ότι ο υπάρχων πορτιέρης, που λεγόταν Αποστόλης, τρόμαζε τους πελάτες, γιατί ήταν θηριώδης και άξεστος. Για λόγους που δεν μου ανέλυσε, δεν ήθελε να τον διώξει. Έτσι, έψαχνε έναν πιο συμπαθητικό πορτιέρη να εργάζεται κάθε Τετάρτη, Παρασκευή και Σάββατο, που ο κόσμος ήταν πολύς. Ο Αποστόλης θα περίμενε μέσα και θα επενέβαινε μόνο αν η κατάσταση ξέφευγε.
Ο Κόρακας είχε πολύ ανεπτυγμένο ανθρωπομετρικό κριτήριο. Κατάλαβε αμέσως ότι η ιδέα να εργαστώ πλάι με έναν βίαιο συνεργάτη, δεν μου άρεσε. Μου χτύπησε την πλάτη και με καθησύχασε λέγοντάς μου ότι το μπαρ είχε εξαιρετική φήμη και έφερνε καλό κόσμο. Κατόπιν, με μαλαγάνιασε λέγοντάς μου ότι με είχε συμπαθήσει και ότι του θύμιζα το ανηψιό του. Μου υποσχέθηκε ότι θα ήταν πίσω μου να με καθοδηγεί, μέχρι να μάθω τη δουλειά. Λίγο ο τρόπος του Κόρακα, λίγο η νεανική μου παρόρμηση, τελικά δέχτηκα και από τις αρχές του Φεβρουαρίου του 1984 ξεκίνησα να δουλεύω πόρτα στο μπαρ.
Ιδανικός Πορτιέρης
Στο μπαρ, όπως έκανα και στο ψιλικατζίδικο, έδειξα μεγάλο ζήλο. Πήγαινα νωρίς και βοήθαγα την καθαρίστρια στην προετοιμασία του χώρου. Σκούπιζα, σφουγγάριζα και καθάριζα τα τραπέζια. Κουβάλαγα τις κάσες με τα ποτά και προετοίμαζα τα χρειώδη στην μπάρα. Έκοβα λεμόνια, τεμάχιζα καροτάκια, φόρτωνα τα ψυγεία. Μιλούσα σε όλους στο πληθυντικό, ακόμα και στους συνομήλικούς μου. Φερόμουν ως πραγματικός επαγγελματίας. Δεν συμμετείχα στις αρπαχτές που οργάνωνε το υπόλοιπο προσωπικό εις βάρος του Κόρακα, αλλά δεν κάρφωνα κιόλας.
Μόλις ετοίμαζα το μαγαζί, φρεσκαριζόμουν στην τουαλέτα, φόραγα καλά ρούχα και έπαιρνα θέση στην πόρτα. Αντιμετώπιζα τους πελάτες, σαν να ήταν άρχοντες. Μόλις πλησίαζαν, υποκλινόμουν ελαφρά και τους μιλούσα με ευγενική φωνή.
- “Καλώς ήρθατε κύριε. Ονομάζομαι Κώστας και σας εύχομαι καλή διασκέδαση.”
Στην αρχή με κοίταζαν σαν εξωγήινο. Είχαν συνηθίσει οι πορτιέρηδες να τους υποτιμούν, να φέρονται σαν να κάνουν χάρη στους πελάτες που τους επιτρέπουν την είσοδο. Σιγά-σιγά όμως το συνήθισαν. Πολλοί με χαιρετούσαν, με το όνομά μου, πριν το κάνω εγώ και μερικοί μου έχωναν στην τσέπη φιλοδωρήματα.
Όταν ο Κόρακας μου έκανε νόημα να μην αφήσω κάποιον πελάτη ή κάποια παρέα να περάσουν, εφάρμοζα μια πολύ ευγενική προσέγγιση. Έπαιρνα ένα λυπημένο ύφος και τους μιλούσα απολογητικά.
- “Λυπάμαι ειλικρινά κύριοι, η επιχείρηση δεν δύναται να σας εξυπηρετήσει σήμερα. Δεν περιμέναμε τόσο μεγάλη προσέλευση. Δικό μας λάθος, μας συγχωρείτε, αλλά δυστυχώς για το υπόλοιπο βράδυ δεχόμαστε μόνο ζευγάρια.”
Οι ανεπιθύμητοι πελάτες έφευγαν, χωρίς να δημιουργούν προβλήματα.
Ο Κόρακας με αγάπησε αμέσως. Όταν μάλιστα του είπα ότι μπορούσα να τον βοηθήσω και στα λογιστικά, με λάτρεψε κυριολεκτικά. Μου έδινε μπόνους, με κερνούσε ποτά και με έφερνε παράδειγμα στους υπολοίπους εργαζόμενους.
Ο Κόσμος και οι Νόμοι της Νύχτας
Μερικές φορές, ο Κόρακας έστελνε στο πόστο μου τον Αποστόλη και μου έλεγε να κάτσω δίπλα του. Με κερνούσε ουίσκι και μου μιλούσε για τον κόσμο της νύχτας. Οι διηγήσεις του ήταν αυθόρμητες και λεπτομερείς. Φαίνονταν στα μάτια μου απίστευτες, αλλά ήξερα ότι ο Κόρακας δεν είχε λόγο να μου πει ψέματα. Θα άξιζε να γράψω ένα εκτενές άρθρο στην ιστοσελίδα πάνω στο θέμα. Ίσως το κάνω κάποτε. Μέχρι τότε, θα ήθελα να μεταφέρω στους αναγνώστες το μήνυμα ότι η νύχτα έχει πολλές σκοτεινές πτυχές.
Τα χρήματα που διακινούνται τη νύχτα είναι πολλά και οι πηγές τους ποικίλες και όχι πάντα νόμιμες. Ο νυχτερινός τζίρος υποστηρίζει πολλές κάστες ανθρώπων. Από τους εργαζόμενους και τους επιχειρηματίες, μέχρι τους νονούς, τους μπράβους και τους αστυνόμους. Είναι πολύ εκείνοι που βγάζουν χρήματα από την ανάγκη του κόσμου για διασκέδαση. Ο ανταγωνισμός είναι σκληρός και ανά πάσα στιγμή μπορεί να ξεσπάσουν συγκρούσεις.
Η νύχτα έχει τους δικούς της νόμους. Αντίθετα με τους νόμους του Κράτους, σκοπός των νόμων της νύχτας δεν είναι η διατήρηση της τάξης των πραγμάτων. Σκοπός τους είναι η αναπόφευκτη μεταβολή της, να γίνεται με τρόπο ώστε το χρήμα να συνεχίσει να ρέει. Προς τούτο, απαιτείται οι διαφορές να λύνονται γρήγορα και διακριτικά. Συχνά αυτό απαιτεί βία, την ύπαρξη της οποίας γνωρίζει και ανέχεται το επίσημο Κράτος, εννοείται με το αζημίωτο...
Αποχώρηση από τη Νύκτα
Διατήρησα το πόστο μου, ως πορτιέρης στο μπαρ του Κόρακα, μέχρι περίπου τα μέσα του Μαΐου του 1987. Η δουλειά ήταν εύκολη, τα χρήματα καλά και η σχέση μου με τον Κόρακα ομαλή και ενδιαφέρουσα. Είχα σκοπό να παραμείνω για όσο ο Κόρακας με ήθελε. Ωστόσο, οι περιστάσεις με οδήγησαν να αποχωρήσω εσπευσμένα.
Παρακάτω θα περιγράψω με λεπτομέρεια τις περιστάσεις αυτές. Το θεωρώ χρήσιμο, καθότι οι εν λόγω περιστάσεις είναι ενδεικτικές του τρόπου λειτουργίας της νύκτας. Ξέρω ότι οι περισσότεροι έχετε επισκεφτεί την ιστοσελίδα για το σεξουαλικό της περιεχόμενο. Εσείς, μπορείτε να προσπεράσετε τις επόμενες παραγράφους και θα βρείτε αυτό που ζητάτε στο τέλος τους. Κάποιοι από εσάς, ωστόσο, ίσως να εργάζεστε ή να σκοπεύετε να εργαστείτε νύκτα. Για εσάς, οι επόμενες παράγραφοι είναι πολύτιμες και σας συνιστώ να τις μελετήσετε με προσοχή.
Αλλαγή Ωραρίου
Μια Τρίτη απόγευμα με πήρε τηλέφωνο ο Κόρακας. Όπως πάντα ήταν λακωνικός. Μου είπε ξερά ότι, αντί για την Τετάρτη, εκείνη την εβδομάδα με ήθελε για δουλειά την Πέμπτη. Δεν υποψιάστηκα κάτι. Η αλλαγή ωραρίου συνέβαινε που και που, κυρίως όταν το μπαρ φιλοξενούσε κάποια ειδική πριβέ εκδήλωση. Σκέφτηκα, λοιπόν, ότι κάτι τέτοιο θα ίσχυε και τότε. Ευχαριστήθηκα, μάλιστα, καθώς οι πριβέ εκδηλώσεις άφηναν καλό πουρμπουάρ.
Έφτασα στο μπαρ την συνηθισμένη μου ώρα. Περίμενα να το δω φωταγωγημένο και έτοιμο να δεχτεί τους πελάτες. Όμως, η εξώπορτα ήταν κλειστή και οι επιγραφές σβηστές. Θεωρώντας ότι η εκδήλωση θα ήταν μεταμεσονύκτια, χτύπησα την εξώπορτα, βλαστημώντας μέσα μου.
- «Πάλι πρέπει να βοηθήσω τις κοπέλες να ετοιμάσουν το μπαρ...»,
σκέφτηκα. Δεν είχα πρόβλημα, το έκανα από την πρώτη μέρα που ξεκίνησα τη δουλειά. Αλλά τους τελευταίους μήνες ο Κόρακας είχε διώξει την καθαρίστρια και μας έβγαινε ο πάτος. Με αυτές τις σκέψεις, χτύπησα δυνατά την εξώπορτα. Ο Αποστόλης μου άνοιξε, κοίταξε τριγύρω και μου έγνεψε συνωμοτικά να μπω.
Υποθέσεις της Νύκτας
Στο μπαρ ήταν ανοικτά μόνο τα απαραίτητα φώτα και το προσωπικό έλειπε. Παρών ήταν μόνο ο Κόρακας. Με κοίταξε με έντονο ύφος.
- «Άκου μικρέ, σε λιγότερο από μισή ώρα θα μας την πέσουν κάτι μαλάκες. Μην ανησυχείς, έχω ρυθμίσει το ζήτημα. Η Αστυνομία θα έρθει κανένα δεκάλεπτο μετά. Θέλω μόνο να τους καθυστερήσουμε αρκετά ώστε να συλληφθούν.»
Αιφνιδιάστηκα. Είχα ξεκαθαρίσει στον Κόρακα ότι δεν θα μπλεκόμουν σε καυγάδες.
- «Δεν θα κάτσω, Μάκη. Ξύλο παίζω μόνο στο ρινγκ και πάντα με κανόνες και σε φιλικό πλαίσιο. Συνήθως, μάλιστα, τις τρώω από τους επαγγελματίες πυγμάχους.»
- «Έλα μωρέ Κώστα, σαν παρθένα κάνεις. Ποιος μίλησε για ξύλο; Δεν θα τους δείρουμε, απλώς θα τους καθυστερήσουμε με μπλα-μπλα, μέχρι να έρθει η Αστυνομία. Σου είπα, θα τελειώσουν όλα σε δέκα λεπτά. Θα σου δώσω και πενήντα χιλιάρικα, έτσι για να μην σ’ ακούω να μουρμουράς.»
Ως νέος, δελεάστηκα με τα χρήματα. Τότε με 50.000 δραχμές πέρναγε μια οικογένεια για δέκα μέρες.
- «Εντάξει, αλλά αν ξεφύγει η κατάσταση, θα φύγω και κράτα τα λεφτά.»
Ο Κόρακας έγνεψε καταφατικά και χαμογέλασε καθησυχαστικά. Με έπεισε ότι η κατάσταση ήταν υπό έλεγχο. Μεγάλο ταλέντο ο Κόρακας στην εξαπάτηση, ταιριαστό το παρατσούκλι του...
Ο Αντίζηλος Καταφθάνει
Πέρασαν καμμιά σαρανταριά λεπτά, κατά τα οποία συζητάγαμε για γυναίκες. Ο Αποστόλης γελούσε σαν έφηβος. Προς στιγμή ξέχασα τι επρόκειτο να συμβεί. Ένα έντονο χτύπημα στην εξώπορτα με έφερε πίσω στην πραγματικότητα. Ο Κόρακας σηκώθηκε και άνοιξε. Στο μπαρ μπήκε ένας τύπος στην ηλικία του Κόρακα, συνοδευόμενος από τρεις γεροδεμένους μπράβους. Ο Αποστόλης φαινόταν αδιάφορος. Εμένα η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά. Ένας από τους μπράβους με κοίταξε προκλητικά. Δεν ανταπέδωσα το βλέμμα, χαμήλωσα απλώς τα μάτια προσπαθώντας να ελέγξω το φόβο μου. Ο πιο ηλικιωμένος τύπος απευθύνθηκε υποτιμητικά στον Κόρακα.
- «Ήρθα να πάρω τα κλειδιά, σου έφερα και τα χρήματα. Μέτρα τα, δώσε τα κλειδιά και σπάσε»
Ο Κόρακας του απάντησε με ήρεμο, αλλά αποφασιστικό ύφος.
- «Είναι 15.000.000;»
- «Τι λες ρε Κόρακα, 5.000.000 και πολλά είναι.»
Ηρέμησα κάπως. Τελικά, επρόκειτο για οικονομικό νταλαβέρι. Περίμενα ότι θα γίνονταν κάποιες διαπραγματεύσεις και τελικά η όποια συμφωνία θα έκλεινε ήρεμα. Ο Κόρακας, ωστόσο, είχε άλλες προθέσεις. Κοίταξε τον τύπο κοροϊδευτικά και γέλασε δυνατά.
- «Για 5.000.000 τα μόνο κλειδιά που θα πάρεις είναι του μουνιού της μάνας σου. Και αυτό επειδή έχω βαρεθεί να της το γαμάω.»
Ο τύπος έγινε κόκκινος από θυμό και πήγε να ρίξει μια μπουνιά στον Κόρακα. Εκείνος μετακίνησε ενστικτωδώς το κεφάλι. Η μπουνιά τον πήρε ξώφαλτσα. Επιδεικνύοντας εντυπωσιακά για την ηλικία και τη φυσική του κατάσταση ανακλαστικά, ο Κόρακας έσπρωξε τον τύπο, ρίχνοντάς τον στο πάτωμα. Ένας από τους μπράβους έσπρωξε με τη σειρά του δυνατά τον Κόρακα, ο οποίος σωριάστηκε δίπλα στον άλλο. Κατόπιν, δυο από τους μπράβους κατευθύνθηκαν προς τον Αποστόλη και ένας, εκείνος που με είχε κοιτάξει προκλητικά, πλησίασε προς τα εμένα.
Ο Καυγάς Φουντώνει
Ο Κόρακας και ο άλλος ηλικιωμένος μάλωναν σαν γυναίκες στο πάτωμα, προσπαθώντας ο ένας να βγάλει τα μαλλιά και τα μάτια του άλλου. Ο Αποστόλης σηκώθηκε και όρμησε σαν ταύρος στους δυο μπράβους. Βρεθήκανε να παλεύουν σαν κτήνη. Ο Αποστόλης έτρωγε πολλές μπουνιές και κλωτσιές, αλλά η σωματική του διάπλαση του επέτρεπε να απορροφά και να ανταποδίδει τα χτυπήματα.
Εγώ βρισκόμουν λίγο μακρύτερα, διαγώνια από την είσοδο του μπαρ. Ο μπράβος, που με είχε στοχοποιήσει, κινούταν πολύ προσεκτικά. Σηκώθηκα από το σκαμπό του μπαρ, πήρα τη βασική παλαιστική στάση και τον περίμενα, παρατηρώντας προσεκτικά τα χέρια του. Ανησυχούσα μήπως έβγαζε κανένα μαχαίρι ή άλλο όπλο από καμιά τσέπη. Ευτυχώς, οι φόβοι μου δεν επαληθεύτηκαν. Ο μπράβος σήκωσε τα χέρια του και άρχισε να με πλησιάζει με στυλ καρατέκα. Χαλάρωσα και συγκεντρώθηκα. Ο μπράβος ήταν λίγο πιο ψηλός από μένα, είχε αρκετά καλύτερη διάπλαση και φαινόταν σε φόρμα. Τουλάχιστον είχα καταλάβει πώς σκόπευε να μου επιτεθεί και τι στυλ θα χρησιμοποιούσε.
Οι καρατέκα αξιοποιούν την ευκινησία και την ακρίβεια κινήσεων που τους διακρίνουν. Το πιο επικίνδυνο σημείο τους είναι τα πόδια. Είναι γρήγοροι και ξέρουν να ρίχνουν δυνατά λακτίσματα, ακόμα και στο πρόσωπο. Όμως, αν καταφέρει να τους πιάσει σε λαβή, δεν έχουν ελπίδα ενάντια σε έναν παλαιστή. Για να τον αντιμετωπίσω, έπρεπε να τον κάνω να με πλησιάσει και μετά να τον γραπώσω...
Ο Μπράβος Αντιμετωπίζεται
Ο μπράβος, όμως, δεν ήταν κανένας ανίδεος. Κατάλαβε αμέσως ότι δεν έπρεπε να με πλησιάσει πολύ. Κράτησε τις αποστάσεις και δουλεύοντας τα πόδια του με χτύπησε στο γόνατο. Ήταν πολύ γρήγορος, δεν μπόρεσα να αποφύγω το χτύπημα. Ο πόνος ήταν πολύ έντονος. Έκανα μερικά βήματα πίσω και υποχωρούσα κάθε φορά που με πλησίαζε. Προσπάθησα με ξαφνικές αντεπιθέσεις να τον αρπάξω, αλλά ήταν πολύ γρήγορος. Ξέφευγε, καταφέρνοντας μου χτυπήματα με τις γροθιές του στο στομάχι με το πρόσωπο. Δεν ήταν μόνο καρατέκα, είχε και γνώσεις πυγμαχίας. Τα χτυπήματά του ήταν δυνατά και εύστοχα.
Η τακτική μου να τον γραπώσω δεν θα είχε αποτέλεσμα. Η μόνη μου ελπίδα ήταν να τον αιφνιδιάσω με τις πυγμαχικές μου γνώσεις, όπως εκείνος. Τον άφησα να πιστεύει ότι συνέχιζα την προσπάθειά μου να τον γραπώσω. Δεχόμουν πολλά χτυπήματα και από τα χέρια και από τα πόδια του μπράβου. Ένιωσα την μύτη μου να ανοίγει και το κεφάλι μου να βαραίνει. Ο μπράβος πήρε θάρρος και με πλησίασε με ορμή. Σκόπευε να κάνει την τελειωτική του επίθεση. Με είχε υποτιμήσει, μεγάλο λάθος.
Καθώς ετοιμαζόταν για ντιρέκτ, του έριξα αστραπιαία και χωρίς δισταγμό τον πιο σκληρό συνδυασμό χτυπημάτων μποξ, που είχα μάθει. Δεξί ντιρέκτ, Αριστερό Κροσέ, Δεξί γυριστό ντιρέκτ. Τρία εύστοχα χτυπήματα, με την δύναμη ενός παλαιστή. Ο μπράβος έχασε τη συγκέντρωσή του και έριξε την άμυνά του. Ένα αριστερό άπερκατ, κατευθείαν στο κάτω μέρος του σαγονιού τον αποτελείωσε. Έκανε μερικά βήματα πίσω και έπεσε με τον κώλο στο πάτωμα. Ήρθα γρήγορα πίσω του, του έκανα κεφαλοκλείδωμα, αλλά δεν τον έσφιξα. Πλησίασα το πρόσωπό μου στο αυτί του.
- «Τέλειωσε, μην με αναγκάσεις να σε σφίξω...»
Δεν χρειαζόταν να του το πω. Το είχε καταλάβει από μόνος του. Άφησε τα χέρια του χαλαρά, χωρίς να προσπαθήσει να ξεφύγει.
Η Αστυνομία Καταφθάνει
Ο Κόρακας και ο αντίπαλός του συνέχιζαν να παλεύουν σαν γάτες του δρόμου. Ο Αποστόλης είχε ρίξει αναίσθητο τον έναν του αντίπαλο και έδερνε αδυσώπητα τον άλλο. Μιλάμε για πολύ και άσπλαχνο ξύλο. Τον χτυπούσε αλύπητα στο κεφάλι και στο σώμα. Έπρεπε να επέμβω. Άφησα τον μπράβο στο πάτωμα, έτρεξα προς τον Αποστόλη και του άρπαξα από πίσω τα χέρια.
- «Αποστόλη, σταμάτα, θα τον σκοτώσεις.»
Μάταιο. Τα μάτια του Αποστόλη είχαν γυρίσει. Με πέταξε μακριά σαν να ήμουν κούκλα, βούτηξε τον αντίπαλό του από το κεφάλι και άρχισα να του το χτυπά σε ένα τραπέζι. Δεν έχω σοκαριστεί τόσο πολύ μέχρι και σήμερα.
Την κατάσταση έσωσε η Αστυνομία. Μπήκαν τουλάχιστον δέκα άτομα από την ανοικτή πόρτα. Μας είπαν να μείνουμε ακίνητοι. Υπακούσαμε όλοι, εκτός από τον Αποστόλη. Χρειάστηκαν πέντε αστυνόμοι για να γλιτώσουν τον αντίπαλο του Αποστόλη από τα χέρια του. Μετά, μας είπαν να σηκωθούμε, μας έστησαν στην μπάρα και μας πέρασαν χειροπέδες. Ο Κόρακας απευθύνθηκε στον επικεφαλής τους.
- «Άσε τον μικρό να φύγει. Είναι καλό παιδί, σπουδαγμένο.»
Ο επικεφαλής έγνεψε σε έναν αστυνόμο. Εκείνος με απομάκρυνε έξω από το μπαρ, μου έβγαλε τις χειροπέδες και με σοβαρή φωνή μου είπε:
- «Κοπάνα την και αν έχεις μυαλό, μην ξανάρθεις.»
Το πουκάμισό μου ήταν σκισμένο. Η μύτη και το στόμα μου είχαν ματώσει. Ένιωθα το δεξιό μου μάτι θολό. Παρά τη ζάλη μου, όμως, κατάλαβα ότι έπρεπε να φύγω όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Έτρεξα προς την Ομόνοια. Το γόνατό μου πονούσε, αλλά το αίσθημα της αυτοσυντήρησης μου έλεγε να προχωρήσω. Το πορτοφόλι μου ήταν άφαντο, μάλλον μου είχε πέσει κατά τον καυγά. Δεν μπορούσα να πάρω ταξί. Έτρεξα, λοιπόν, μέχρι το Σύνταγμα και μετά πήγα περπατώντας στο σπίτι.
Στον Ευαγγελισμό
Όταν έφτασα σπίτι έβγαλα τα ρούχα μου και τα πέταξα στα σκουπίδια. Έκανα ένα ντουζ και κοιτάχθηκα στον καθρέπτη. Το δεξί μου μάτι είχε μαυρίσει και πρηστεί. Με το ζόρι το κράταγα ανοικτό. Ο κορμός μου ήταν γεμάτος μώλωπες και το γόνατό μου τούμπανο. Έβαλα πάγο στο γόνατο και στο μάτι μου, έδεσα με έναν επίδεσμο το γόνατο και ξάπλωσα γυμνός στο κρεββάτι. Πόναγα πολύ σε όλο μου το σώμα. Οι φιλικοί αγώνες πυγμαχίας που έδινα με γάντια και κράνος δεν ήταν τίποτα μπροστά στην εμπειρία που είχα βιώσει. Με πήρε ένας ελαφρύς και ανήσυχος ύπνος.
Την επόμενη μέρα το πρωί ζαλιζόμουν ακόμα. Φοβήθηκα και πήγα σε ένα φαρμακείο, λέγοντας ψέματα ότι με είχαν ληστέψει, την προηγούμενη νύχτα. Ο φαρμακοποιός μου έδεσε το μάτι και το γόνατο και μου έδωσε κάτι χάπια για τη ζάλη. Με προέτρεψε να πάω σε ένα νοσοκομείο, για να με κοιτάξουν για διάσειση. Ακολούθησα τη συμβουλή του και πήγα στον Ευαγγελισμό. Μου έκαναν εισαγωγή και με ξετίναξαν στις εξετάσεις. Το απόγευμα ήρθαν να με δουν και οι δικοί μου. Ο πατέρας μου επέμενε να πάω στην Αστυνομία και να κάνω μήνυση. Τον έπεισα ότι ήταν μάταιο. Η μάνα μου έκλαιγε από ανησυχία. Έμεινε μαζί μου την πρώτη νύκτα. Δυο μέρες μετά, πήρα εξιτήριο, έχοντας λάβει την τελειωτική απόφαση να σταματήσω να εργάζομαι νύκτα.
Το βράδυ εκείνης της ημέρας, προσπάθησα να επικοινωνήσω με τον Κόρακα. Δεν τον πέτυχα στο μπαρ, αλλά μια κοπέλα υποσχέθηκε να του μεταφέρει το μήνυμα ότι παραιτούμουν από τη θέση μου.
Η Απάντηση του Κόρακα
Στα μέσα της επόμενης εβδομάδας, αργά το βράδυ, χτύπησε το θυροτηλέφωνο του διαμερίσματός μου. Ήταν η Κάλλια, μια κοπέλα που εργαζόταν στο μπαρ. Της άνοιξα και, όταν ανέβηκε, την οδήγησα στο σαλόνι και της πρόσφερα αναψυκτικό. Η Κάλλια με ευχαρίστησε και ξεκίνησε να μου μεταφέρει την απάντηση του Κόρακα στο μήνυμά μου:
- «Ο Μάκης λυπάται που ήρθαν έτσι τα πράγματα. Δεν ήθελε να ξεφύγουν οι καταστάσεις, αλλά δεν μπορούσε να συγκρατηθεί. Είναι υπόχρεος για όσα έκανες για εκείνον. Οι τύποι που ήρθαν το βράδυ εκείνο στο μπαρ, ήθελαν να το εξαγοράσουν. Είχαν την υποστήριξη νονών της νύκτας. Ο Μάκης δεν μπορούσε να αρνηθεί, αλλά δεν μπορούσε και να δεχτεί τόσο λίγα χρήματα. Έχει ρίξει λεφτά και κόπο στο μπαρ. Χάρις σε σένα και τον Αποστόλη, ο Μάκης πέτυχε πολύ καλύτερη συμφωνία. Θα κρατήσει το μπαρ μέχρι του χρόνου το καλοκαίρι και μετά θα το δώσει για 12.000.000. Στεναχωριέται που σε έβαλε σε κίνδυνο και που δεν μπορούσε να έρθει στο νοσοκομείο να σε δει. Ρώταγε, όμως, για σένα τους γιατρούς. Σε αγαπάει και ως υπάλληλο και ως άτομο. Αυτός ο φάκελος είναι ένα μικρό δώρο για σένα.»
Η Κάλλια μου έδωσε έναν κίτρινο φάκελο. Μέσα είχε μια δεσμίδα με πεντοχίλιαρα. 500.000 δραχμές, πολλά χρήματα...
Ευχαρίστησα την Κάλλια για τον κόπο της. Μετά πήρα τηλέφωνο στο μπαρ και ευχαρίστησα και τον Κόρακα.
- «Κώστα, είσαι παλικάρι και μεγάλη καρδιά. Αντί να φύγεις, τα έβαλες, για μένα, με έναν αντίπαλο πάνω από τα κυβικά σου. Έκανα μαλακία, η υπόθεση μπορούσε να λυθεί χωρίς βία. Δεν έλεγξα τα νεύρα μου. Συγνώμη για όλα. Καλή τύχη στη ζωή σου. Όποτε και αν θες δουλειά, μου το λες.»
Δεν υπήρχε τέτοια περίπτωση. Δέχτηκα τη συγνώμη του Κόρακα, υποσχέθηκα ότι θα έχω υπόψη την προσφορά του και έκλεισα το τηλέφωνο.
Ένα Ακόμα «Δώρο» του Κόρακα
Πίστευα ότι η όλη υπόθεση είχε κλείσει. Χαμογέλασα με ικανοποίηση στην Κάλλια. Εκείνη μου έριξε ένα προκλητικό βλέμμα.
- «Ο Μάκης μου είπε να σε κάνω να νιώσεις όμορφα. Ξέρω ότι σου αρέσω, σε έχω δει πώς με κοιτάς. Θες να σε περιποιηθώ; Θα περάσεις υπέροχα…»
Η Κάλλια είχε δίκιο, μου άρεσε πολύ ως γυναίκα. Ήταν όμορφη, ανοιχτόκαρδη, με πολύ καλό σώμα και διέθετε τύπο. Όμως, δεν μπορούσα να δεχτώ την πρότασή της. Και μόνο που ο Κόρακας την είχε εκπορνεύσει, με έκανε να νιώθω απαίσια. Η Κάλλια κατάλαβε τις σκέψεις μου.
- «Δεν με ανάγκασε ο Μάκης, το ήθελα εγώ. Ο Μάκης δεν είναι νταβατζής. Τα κορίτσια του μπαρ κάνουμε ψωνιστήρι και εκείνος κάνει τα στραβά μάτια. Δεν παίρνει ποσοστά, αλλά μας χρησιμοποιεί, όποτε χρειάζεται, για πελάτες. Πάντα μας πληρώνει καλά. Για σένα, όμως, δεν δέχτηκα χρήματα.»
Τόσους μήνες στο μπαρ, δεν πήρα το παραμικρό είδηση. Τόσο αφελής ήμουν.
Όπως και να είχε, δεν είχα όρεξη για σεξ. Ξενέρωσα και με όσα μου είχε πει η Κάλλια. Δεν είχα σε υπόληψη τις πουτάνες. Όποιος έβαζε τότε στοίχημα ότι θα ερωτευόμουν και θα περνούσα την υπόλοιπη ζωή μου με μια πρώην πόρνη, θα μου έπαιρνε και τα σώβρακα…
Παρέα με την Κάλλια
Δεν ήθελα να προσβάλω την Κάλλια και παράλληλα δεν ήθελα να μείνω μόνος το βράδυ εκείνο. Είχα τηλεφωνήσει στην κα Φρόσω να περάσει, αλλά δεν είχε καταφέρει να βρει φύλαξη για τα παιδιά της. Η Κάλλια ήταν ευχάριστη στην παρέα. Έτσι, της αντιπρότεινα:
- «Κάλλια μου, δεν θέλω σεξ τώρα. Μου αρέσεις πολύ, αλλά δεν έχω συνέλθει πλήρως από το ξύλο που έφαγα. Θα ήθελα, όμως, λίγη παρέα. Έχεις χρόνο να πιούμε ένα ποτάκι;»
Η Κάλλια δέχτηκε πρόθυμα. Έφερα ένα ανοιγμένο μπουκάλι ουίσκι που είχα και το ήπιαμε σιγά σιγά-σιγά.
Κουτσομπολεύσαμε τα κορίτσια του μπαρ, τον Κόρακα, τον Αποστόλη και τον αντιπαθητικό ντιτζέι που είχε προσληφθεί πρόσφατα. Συζητήσαμε για τις οικογένειές μας, τις επιθυμίες και τα όνειρά μας. Μου έκανε πολύ καλό η παρέα της Κάλλιας. Μια-δυο φορές, η Κάλλια προσπάθησε να με ερεθίσει για σεξ, αλλά απέφυγα ευγενικά τις προσπάθειές της.
Η Κάλλια Αποχωρεί
Γύρω στις τρεις το βράδυ, η Κάλλια μου είπε ότι ήταν ώρα να φύγει. Της είπα να περιμένει λίγο, σηκώθηκα και πήγα στο υπνοδωμάτιο, όπου είχα στριμώξει ένα γραφειάκι. Πήρα πέντε αεροπορικούς φακέλους αλληλογραφίας, γύρισα στο σαλόνι και έβαλα σε καθέναν 20.000 δραχμές, από τα λεφτά του Κόρακα. Κατόπιν, έγραψα πάνω τα ονόματα των κοριτσιών του μπαρ και έδωσα στους φακέλους στην Κάλλια.
- «Σε παρακαλώ, δώσε τους στα κορίτσια. Δουλέψαμε μαζί τόσο καιρό, δεν σας έχω κάνει ούτε ένα συμβολικό δώρο. Οι φάκελοι είναι το αποχαιρετιστήριο δώρο μου. Το δίνω με την καρδιά μου, για όλα όσα ζήσαμε μαζί.»
Η Κάλλια πήρε τους φακέλους με τρεμάμενα χέρια. Από τα μάτια της έτρεχαν δάκρυα συγκίνησης. Μου έδωσε ένα πεταχτό φιλί στο στόμα, με αγκάλιασε και μου είπε στο αυτί:
- «Μια μέρα θα κάνεις κάποια γυναίκα πολύ ευτυχισμένη. Κρίμα που δεν θα είμαι εγώ...»
Στη συνέχεια, έβαλε το παλτό της και έφυγε. Δεν την ξαναείδα από τότε, θα επιθυμούσα πολύ να μάθω τι απέγινε στη ζωή της. Πάντως, θέλω να πιστεύω ότι η προφητεία της Κάλλιας βγήκε αληθινή. Η Μαρία πρέπει να έχει περάσει ευτυχισμένη ζωή μου, τουλάχιστον όσο ευτυχισμένη έχει υπάρξει και η ζωή που έχω περάσει εγώ μαζί της.
Συμβουλή Προς τα Νέα Παιδιά
Η νύκτα για τους εργαζόμενους μπορεί να γίνει επικίνδυνη. Ακόμα και για εκείνους που θεωρητικά βρίσκονται στο απυρόβλητο. Ίσως τα χρήματα να είναι καλά, αλλά ο κίνδυνος πάντα υπάρχει. Δεν θέλω σε καμμιά περίπτωση να υπερβάλω. Αν εργάζεστε τη νύκτα το πιο πιθανό είναι να μην σας συμβεί τίποτα. Ωστόσο, υπάρχει και περίπτωση να βρεθείτε μπλεγμένοι ή ακόμα και να κινδυνεύσει η ζωή σας.
Προσωπική μου συμβουλή είναι να μην δείτε την νυκτερινή απασχόληση ως μια μόνιμη πηγή εισοδήματος. Το “νυκτοκάματο” είναι σκληρό, ευμετάβλητο και απρόσωπο. Καταλαβαίνω ότι η νύκτα είναι γοητευτική και ελκυστική. Αλλά, είναι επίσης ψυχοφθόρα και επισφαλής.
Ο Ντ’ Αρτανιάν
Ένα πρόβλημα που είχα στο Παγκράτι ήταν οι συγκοινωνίες. Έπρεπε να πηγαίνω στον Πειραιά κάθε μέρα για τη Σχολή. Δυστυχώς, δεν είχα άμεση πρόσβαση στον Ηλεκτρικό, ούτε κατευθείαν λεωφορείο για Πειραιά. Ταλαιπωριόμουν, λοιπόν, αλλάζοντας τρεις συγκοινωνίες. Αλλά και για τις προπονήσεις πυγμαχίας στον Πανελλήνιο, πάλι χρειαζόταν να αλλάζω δυο συγκοινωνίες. Ξόδευα πολύτιμο χρόνο στα μέσα μαζικής μεταφοράς και κουραζόμουν πολύ. Η λύση ήταν να αγοράσω ένα αυτοκίνητο.
Ο νονός μου, όταν πέρασα στην ΑΒΣΠ, μου έδωσε ως δώρο ένα σημαντικό χρηματικό ποσόν. Δεν είχε χρειαστεί να το ξοδέψω, οπότε το είχα στην τράπεζα για μια ώρα ανάγκης. Δεν έφτανε για αμάξι, αλλά ήταν αρκετό για την προκαταβολή. Η μάνα μου, μου έδωσε, κρυφά από τον πατέρα μου, ένα ακόμα ποσόν. Με τα χρήματα αυτά, λίγο πριν το Πάσχα του 1984, έδωσα μια γερή προκαταβολή και αγόρασα αμάξι. Τα υπόλοιπα χρήματα τα έβαλα σε γραμμάτια, τα οποία πλήρωνα κάθε μήνα, τα επόμενα δυο χρόνια.
Το αμάξι που αγόρασα ήταν ένα από τα θρυλικά Ντεσεβό της Citroen, ιδανικό για αμάξι φοιτητή. Προτιμούσα ένα Ρενώ 5, ένα Βοκσβάγκεν Σιρόκο ή ένα Φίατ Πάντα. Όμως, ήταν πολύ ακριβά για μένα. Το Ντεσεβώ, ωστόσο, αποδείχτηκε θηρίο. Η συντήρησή του ήταν εύκολη και φτηνή. Δεν έκαιγε πολύ βενζίνη και χώραγε παντού. Το ονόμασα Ντ’ Αρτανιάν, από τον ομώνυμο ήρωα του βιβλίου “Τρεις Σωματοφύλακες”. Με βόλεψε όχι μόνο για την καθημερινότητα, αλλά και για κοντινές εξορμήσεις. Όταν έκανα το δεύτερό μου παιδί έπρεπε να το αλλάξω. Αλλά, δεν μου πήγαινε η καρδιά να το πουλήσω. Το κράτησα, λοιπόν και το ανακαίνισα, κάπου μέσα στο 1999. Το έχω ακόμα και το κυκλοφορώ σε ράλυ αντίκα δυο-τρεις φορές το χρόνο. Παρά την ηλικία του, συνεχίζει να μαγνητίζει τα βλέμματα και την περιέργεια πολλών φίλων των παλιών αυτοκινήτων.
Εξέλιξη των Σπουδών
Η νέα ζωή επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τις σπουδές μου. Εργαζόμουν, γυμναζόμουν, έβγαινα περισσότερο από πριν και είχα πλήρη κοινωνική ζωή. Ήταν επόμενο τα μαθήματα να πάνε πίσω. Ξεκινώντας το τρίτο έτος, χρωστούσα μόνο δυο μαθήματα. Αν αφοσιωνόμουν στις σπουδές, θα μπορούσα να τις ολοκληρώσω άνετα μέσα σε δυο χρόνια. Ωστόσο, χρειάστηκαν σχεδόν τέσσερα χρόνια για να πάρω τελικά πτυχίο, τον Οκτώβριο του 1987.
Πολλές φορές σκέφτομαι αν έκανα καλά που έβαλα, εκείνη την περίοδο, την ακαδημαϊκή μου πρόοδο σε δεύτερη μοίρα. Η καθυστέρηση μου κόστισε μια διετία εργασίας σε μια θέση του τομέα σπουδών μου. Επιπλέον, έφερε ανησυχία στους δικούς μου και προβληματισμό σε μένα. Έβλεπα τους συμφοιτητές μου της ΑΒΣΠ, αλλά και φίλους μου από άλλες Σχολές, να ορκίζονται. Αρκετές κοπέλες και κάποια αγόρια, που δεν είχαν στρατιωτικές υποχρεώσεις, ξεκίναγαν να εργάζονται σε μεγάλες εταιρείες. Μπορεί τότε η ανεργία να ήταν πολύ μικρότερη, αλλά τα καλά πόστα ήταν μετρημένα. Φοβόμουν ότι, όσο καθυστερούσα, μειώνονταν οι πιθανότητες να βρω μια καλή θέση εργασίας. Ωστόσο, βλέποντας την υπόθεση με το σημερινό μου μυαλό, δεν μετανιώνω.
Για να μην παρεξηγηθώ, δεν προτρέπω τους νέους να βάλουν σε δεύτερη μοίρα τις σπουδές τους. Λέω απλώς ότι, στην περίπτωσή μου, η καθυστέρηση της αποφοίτησης δεν επηρέασε σημαντικά την μετέπειτα πορεία μου. Γνωρίζω άλλες περιπτώσεις φοιτητών που η καθυστέρηση ολοκλήρωσης των σπουδών οδήγησε σε ραθυμία, η οποία με τη σειρά της είχε σοβαρές επιπτώσεις στην εξέλιξή τους. Κοντά στο νου και η γνώση, λοιπόν.
Περί ΚΚΕ και ΚΝΕ
Σε διάφορα σημεία των κειμένων μου αναφέρομαι υποτιμητικά στο ΚΚΕ και στην ΚΝΕ. Μερικοί ίσως να νομίζουν ότι το κάνω από κακία. Ειλικρινά, κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Δεν τρέφω αισθήματα μίσους εναντίον του μελών του κόμματος. Αντίθετα, για τους αγνούς κομουνιστές, αισθάνομαι αμέριστο θαυμασμό και αγάπη. Όμως, διακατέχομαι από βαθιά απογοήτευση για το επίσημο κόμμα.
Ως φοιτητής, ήμουν σταθερά ενεργό μέλος της ΚΝΕ. Συμμετείχα σε εκδηλώσεις, διαδηλώσεις, συλλαλητήρια, συνέδρια και φεστιβάλ. Γνώρισα πολλούς κομουνιστές που ήταν ιδεολόγοι και ονειρεύονταν μια δίκαιη κοινωνία. Έκανα φιλίες, βοήθησα συντρόφους να λύσουν προβλήματα που τους απασχολούσαν, βρήκα σε αρκετούς δουλειά, μέσω του πατέρα μου. Μόνο όμορφες αναμνήσεις έχω από τους αγνούς κομουνιστές.
Η νομενκλατούρα του κόμματος, όμως, είναι άλλη ιστορία. Το ΚΚΕ και η ΚΝΕ, εκμεταλλεύονταν από τότε τους αγνούς οπαδούς του, προς όφελος των λίγων “εκλεκτών”. Οι υπέρογκοι οικονομικοί τους πρόσοδοι κατευθύνονταν προς την ικανοποίηση προσωπικών φιλοδοξιών και υλιστικών επιθυμιών της εκάστοτε ηγεσίας. Η νομενκλατούρα δεν έχει ιδεολογικό όνειρο, έχει προσωπική ατζέντα. Είναι λυπηρό, αλλά δυστυχώς ισχύει. Κάθε σημαίνον κομματικό στέλεχος, από τα γεννοφάσκια του, ονειρεύεται να ανέβει στην νομενκλατούρα. Η προοπτική να αποκτήσει κύρος, χωρίς να εργαστεί στην πρώτη γραμμή παραγωγής, καθοδηγεί τις πράξεις του.
Θα μου πείτε ότι το ίδιο ισχύει και για όλα τα υπόλοιπα κόμματα. Συμφωνώ, αλλά το ΚΚΕ εκμεταλλεύεται συνειδητά τα αγνά ιδεολογικά πιστεύω των οπαδών του και ιδίως των νέων. Αυτό είναι για μένα ασυγχώρητο.
Ωστόσο, δεν μπορώ να μην εξάρω την συμβολή της ΚΝΕ στην ικανοποίηση των σεξουαλικών αναγκών των νέων της δεκαετίας του 80. Προσωπικά, θα είχα μαλλιάσει τη χούφτα μου στη μαλακία, αν δεν ήμουν οργανωμένος στη ΚΝΕ. Θα πρότεινα κάποτε να ανεγερθεί ένα άγαλμα αφιερωμένο στην άγνωστη Κνήτισσα, προς τιμή όλων εκείνων των συντροφισσών, που μας μύησαν στο σεξ ή μας επέτρεψαν να ξελαφρώσουμε τις ορμές μας.
Ερωτική Ζωή
Σεξ, όχι Έρωτας
Η πολιτική μου δραστηριοποίηση μέσω της ΚΝΕ, με έφερνε σε επαφή με αρκετές πρόθυμες κοπέλες. Θα μπορούσα, ως φοιτητής, να είχα βιώσει πολλές ερωτικές εμπειρίες. Δυστυχώς, όπως ανέφερα στο ΜΕΡΟΣ 1, δεν είχα ιδιαίτερη κλίση στο να “βγάζω γκόμενες”. Επιπλέον, για αρκετό καιρό ήμουν κολλημένος με την Τίτη, κάτι που με εμπόδιζε να προχωρήσω σε σχέση. Παρόλα αυτά, η ερωτική μου ζωή δεν ήταν εντελώς ξερή. Από τις αρχές του 1984, μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1987 έκανα σεξ με τέσσερεις γυναίκες. Δεν παραπονιέμαι, πολλοί φοιτητές και όχι μόνο, δεν είχαν ούτε τις μισές μου εμπειρίες. Όμως, μετανιώνω που δεν επιδίωξα να πηδήξω περισσότερες. Η Μαρία, μετά το γάμο μας, έμελλε να καλύψει, με το παραπάνω μάλιστα, την παράλειψή μου αυτή. Αν με ρωτήσει κανείς γιατί αγαπώ τόσο τη Μαρία, θα απαντούσα πρώτα για τα παιδιά που μου χάρισε και μετά για τον ερωτικό κόσμο που μου άνοιξε. Όμως, αρκετά για την Μαρία και την Τίτη. Σας έχω πρήξει, το ξέρω...
Η ερωτική μου ζωή την περίοδο 1983-1987 ήταν σχεδόν αποκλειστικά σαρκική. Δεν ένιωθα ιδιαίτερα συναισθήματα για τις παρτενέρ μου, ήθελα απλώς να ικανοποιήσω τις ανάγκες μου. Αυτό δεν σημαίνει ότι τις έβλεπα σαν κορμιά. Ενδιαφερόμουν για αυτές, τις βοηθούσα να λύσουν τα προβλήματά τους, βγαίναμε, συζητάγαμε, γελάγαμε. Ωστόσο, δεν υπήρχε, από τη μεριά μου, έρωτας και πάθος, παρά μόνο συμπάθεια. Νομίζω ότι και από την πλευρά των γυναικών που γνώρισα, τα αισθήματα ήταν αμοιβαία. Όταν χωρίζαμε, δεν υπήρχε πόνος ή λύπη. Και ύστερα από τόσο καιρό, είμαι σίγουρος ότι διατηρούμε αμφότεροι όμορφες αναμνήσεις από την περίοδο της σχέσης μας.
Οι Γυναίκες μου ως Φοιτητής
Οι τέσσερεις γυναίκες, με τις οποίες συνευρέθηκα ερωτικά την περίοδο 1987-1988, με χρονολογική σειρά γνωριμίας-σχέσης, ήταν:
- Η Ζωντοχήρα Ψιλικατζού: Όπως υπονόησα σε προηγούμενη παράγραφο, η ιδιοκτήτρια του ψιλικατζίδικου, όπου εργαζόμουν, μου κατέστησε σαφές ότι της άρεσα ως άνδρας. Το σεξ με μια μεγαλύτερη ήταν και παραμένει μια από τις πιο δυνατές φαντασιώσεις των νέων ανδρών. Δεν μπόρεσα να αντισταθώ στον πειρασμό και σύναψα σχέση με την κυρία Φρόσω. Η σχέση μας ήταν καθαρά ερωτική, καθώς υπήρχε ζήτημα κουτσομπολιού στη γειτονιά. Όμως, αποδείχθηκε ανθεκτική στο χρόνο, αφού διήρκησε μέχρι που πήγα φαντάρος και αναθερμάνθηκε μετά την απόλυσή μου.
- Η Γεωργία: Πρόκειται για μια παιδική φίλης της Τίτης, την οποία είχα γνωρίσει στο 5ο φεστιβάλ της ΚΝΕ, το πρώτο που παρακολούθησα. Από τότε, δεν είχε τύχει να διασταυρωθούν οι δρόμοι μας. Την ξανασυνάντησα στο 12ο φεστιβάλ της ΚΝΕ, τον Σεπτέμβριο του 1986, στην Καισαριανή. Είχε αποκηρύξει τον κομουνισμό, αλλά είχε έρθει για να θυμηθεί τα παλιά. Δέσαμε, περισσότερο ως φίλοι και λιγότερο ως ζευγάρι. Ήταν εκείνη που με έκανε να αναθεωρήσω τη στάση μου απέναντι στο ΚΚΕ.
- Οι Δυο Αδερφές Κνήτισσες: Η Ζωή και η Λουκία ήταν οργανωμένες στην ΚΝΕ. Συναναστρεφόμασταν σε εκδηλώσεις και φεστιβάλ, μόνο σε φιλικό-συντροφικό πλαίσιο. Μια μέρα τις κάλεσα στο μπαρ, όπου ήμουν πορτιέρης. Την ίδια μέρα είχα καλέσει και τον Δημήτρη, ο οποίος τις πότισε και τις έπεισε να κάνουν παρτούζα μαζί μας. Ήταν η πρώτη φορά που δοκίμασα το ομαδικό σεξ.
Οι γυναίκες αυτές, παρότι δεν τις ερωτεύτηκα, με βοήθησαν, καθεμιά με τον τρόπο της, να διαμορφώσω την προσωπικότητά μου. Άφησαν το αποτύπωμά τους στην ερωτική, στην κοινωνική και στην πολιτική μου ταυτότητα. Προς τούτο τις ευχαριστώ θερμά και ελπίζω να τους πρόσφερα με τη σειρά μου, έστω και μέρος, αυτών που μου πρόσφεραν.
Οι Διηγήσεις
Παρακάτω μπορείτε να διαβάσετε δυο ερωτικές ιστορίες που αφορούν στις ερωτικές μου εμπειρίες, κατά την επίμαχη περίοδο. Η πρώτη αφορά στην κυρία Φρόσω και η δεύτερη στις Κνήτισσες αδερφές. Δεν έχω συμπεριλάβει κάποια ερωτική ιστορία, που να αφορά στη Γεωργία. Αυτό δεν έγινε λόγω οκνηρίας, ούτε επειδή οι συνευρέσεις μου με τη Γεωργία ήταν ρηχές ή βαρετές. Το έκανα από σεβασμό στη Γεωργία.
Ο σεβασμός εδράζεται στο γεγονός ότι με την Γεωργία αναπτύξαμε από τότε και διατηρούμε ακόμα αμοιβαία αγάπη και αλληλοεκτίμηση. Γνωρίζοντάς την τόσο χρόνια, πιστεύω ότι δεν θα ήθελε να δημοσιοποιηθούν οι προσωπικές της στιγμές, έστω και ανώνυμα. Σεβόμενος, λοιπόν, την επιθυμία αυτή της Γεωργίας, έστω και αν δεν μου έχει εκφραστεί ευθέως και ρητώς, αποφεύγω να δημοσιεύσω οτιδήποτε αφορά στις σεξουαλικές μου εμπειρίες μαζί της.
Η πρόσβαση στις διηγήσεις μπορεί να γίνει είτε μέσω του οριζόντιου μενού πλοήγησης, είτε μέσω των συνδέσμων που ακολουθούν. Καλή ανάγνωση.
Ερωτικές Ιστορίς - Διηγήσεις Σεξ
Ο Κώστας βολεύει μια χοντρή χωρισμένη ζωντοχήρα ψιλικαντζού.
Ο Κώστας και ο κολλητός του παρτουζώνουν δυο Κνήτισσες.
Ετικέτα/ες: Ερωτικές Ιστορίες | Παρτούζες | Παχουλές-BBW | Σεξ
